top of page

Τα αρχοντικά της Καστοριάς

 

Δείγματα της λαμπρής άνθησης της βιοτεχνικής και εμπορικής δραστηριότητας των κατοίκων της Καστοριάς κατά τη διάρκεια ιδιαίτερα του 18ουαι. (1710-1726) και (1760 ως το τέλος του αιώνα) αποτελούν τα πολυάριθμα πανύψηλα αρχοντικά της καμωμένα για τις βιοτικές ανάγκες των ενοίκων της. Ήταν τότε που υπογράφηκαν διάφορες διεθνείς συνθήκες και επεκράτησε ειρήνη και ελευθερία επικοινωνίας στα Βαλκάνια και στην Ευρώπη. Παρουσιάζουν ακόμα και σήμερα ιδιαίτερο ενδιαφέρον και ως οικιστικό σύνολο. Με εσωτερικούς χωρισμένους λειτουργικούς χώρους, εσωτερικές διακοσμήσεις, περίτεχνα ξυλόγλυπτα στα σανιδώματα στις οροφές, πολύχρωμους υαλωτούς φεγγίτες υψηλής αισθητικής, ζωφόρους κατάκοσμους, πλήθος φυτομορφικών διακοσμήσεων και ρόμβων δημιουργούν και συνθέτουν ένα ιδιότυπο εσωτερικό χώρο, που βρίσκει την καλύτερη έκφρασή του στην Καστοριά, ένα ιδιότυπο Μακεδονικό ρυθμό.Είναι κατ΄εξοχήν δείγματα λαϊκής αρχιτεκτονικής. Γενικά στα αρχοντικά της Καστοριάς υπάρχει μια ισορροπία σε σχέση με το περιβάλλον, διατηρούν ακέραιες τις αρετές του μέτρου και της ανθρώπινης κλίμακας.Ανάλογα με την κλίση του εδάφους ήταν τριώροφα και τετραώροφα, όταν δεν υπήρχε κλίση ήταν μόνο το ισόγειο, το μεσοπάτωμα και ο όροφος. Τα μεγάλα σπίτια για πρώτη φορά απέκτησαν τζαμλίκια και ξύλινα παράθυρα που οι Τούρκοι τα αποκαλούσαν «κιρκ πεντζέρ» (=σαράντα παραθύρια).

Η λίμνη της Καστοριάς

σε υψόμετρο 620μ.,που έχει σχήμα έλλειψης και τα νερά της περιβρέχουν την πόλη, έχει επιφάνεια 28,655 τετραγωνικά χλμ. μέγιστο μήκος 7.500μ., μέγιστο πλάτος 5.425μ. και είναι η ογδόη σε μέγεθος λίμνη στην Ελλάδα.Το βάθος της κυμαίνεται από 8-12 μέτρα και η μέση θερμοκρασία είναι 22 βαθμοί Κελσίου. Η λίμνη έχει πολλές εισροές νερού από τα δυτικά και μια εκροή στον ποταμό Αλιάκμονα. Σε παλαιότερη εποχή η λίμνη περιέβαλλε εξ ολοκλήρου το βραχόβουνο που σχημάτιζε έτσι μια νησίδα.[83]

Ένα περίεργο φαινόμενον της λίμνης, όπως μας το περιγράφει ο Παναγιώτης Παπαναούμ στην αυτοβιογραφία του το 1851:

    Και άλλο τι περίεργον συμβαίνει τακτικώς κατ΄ έτος και μήνα Αύγουστον εν Καστορία, το γνωστόν υπό το όνομα: «αρρώστησε το νερό». Η λίμνη της πατρίδος μου σχετικώς προς την ανώμαλον θέσιν της πόλεως διαιρείται εις δύο, εις Δολτζινήν (μεσημβρινήν δηλ. νοτιοδυτική) και Αποζερενήν (Αρκτικήν δηλ. βορειοανατολική). Αρχομένου του μηνός Αυγούστου μέχρι της 15 αυτού, ήτοι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, αι εξ επαγγέλματος λευκάστριαι διακόπτουσι τας εργασίας των όπως αι Δρυμάδες, λέγουσαι δε ότι αι δρύμαι της λίμνης κόπτουσι τα πανιά των.

 

Το αληθές είναι, ότι αρρωστά το νερόν της λίμνης κατά πρώτον ως επί το πλείστον εις το αρκτικόν μέρος αυτής επί 8 (οκτώ) ολοκλήρους ημέρας και ακολούθως μέχρι της 15ης Αυγούστου εις το μεσημβρινόν. Συμβαίνει δε η ασθένεια του ύδατος, ως αποκαλεί το φαινόμενον τούτο η κοινή των πολιτών φράσις, κατά τον εφεξής τρόπον: Αίφνης η θερμοκρασία του ύδατος ψυχρούται επί τοσούτον, ώστε και η χρήσις των λουτρών της λίμνης υπό πολλών διακόπτεται, το ύδωρ μελανούται και οι ιχθείς μέχρι δύο λίτρων περίπου βάρους νήχονται (κολυμπούν, επιπλέουν) επί της επιφανείας του ύδατος ως μέθυσοι και συλλαμβάνονται υπό των κατοίκων δια της χειρός. Όλως το αυτό φαινόμενο παρουσιάζεται μετά 8 ημέρας εις το αντίθετον μέρος της λίμνης, το μεσημβρινόν, και διαρκεί μέχρι της 15ης Αυγούστου. Ουδεμία μέχρι τούδε, ως πληροφορούμαι, εγένετο απόπειρα περί ανακαλύψεως της καθ΄αυτό αιτίας του φαινομένου, εικάζω όμως ότι αύτη προέρχεται εκ πηγών σιδηρούχων ευρισκομένων εν τω πυθμένι της λίμνης. Ό,τι δε αποκαθιστά σκοτεινόν το φαινόμενον είναι η περιοδική αυτού κατά μήνα Αύγουστον εμφάνισις. Πιθανόν με τον χρόνον να γίνη η ανακάλυψις του εν λόγω φαινομένου υπό επισήμων ανδρών.    

Η τέχνη της γουναρικής

 

Η τέχνη των καστοριανών γουνοποιών συνιστάται στην ειδική επεξεργασία των χορδάδων (αποκομμάτων δερμάτων, αυτά δηλαδή που αποκόπτονταν από άλλους ως φύρα) που χειρίζονται με μοναδικό τρόπο και με ιδιαίτερη τεχνική.( Λόγω της μεγάλης ζήτησης των γουναρικών, απαγορεύτηκε για κάποια χρονική περίοδο η χρήση τους με σουλτανικό διάταγμα το 1713 γιατί επήλθε «σπάνις γουνών». Τότε (18ος αι.) ανέκυψε η ανάγκη να χρησιμοποιηθούν τα αποκόμματα για να καλύψουν τη μεγάλη ζήτηση.

 

Πρόκειται για συρραφή μικρών τεμαχίων που κόβονται σε μικρότερες λωρίδες και υπολωρίδες για να επιτευχθεί ο ομοιόμορφος, ελκυστικός, εντυπωσιακός και ενιαίος φυσικός χρωματισμός, η επιθυμητή φορά του τριχώματος (διαλογέας, κόφτης, χρωματιστάς (sic) που ξεχώριζε κατά χρώματα τα κομμάτια τού δέρματος, αλλά και κατά είδος (ζερβά ποδαράκια, δεξιά ποδαράκια, γιατί δεν χρησιμοποιούνταν μαζί στο ίδιο παλτό, κεφάλια, ουρές κτλ.)στ[›](για παράδειγμα το μαύρο γουναρικό υπήρχε σε δέκα και περισσότερες αποχρώσεις), καμπαντοσύνη (ίδια φορά τριχώματος), συρραφή σε ειδικές μηχανές, σταματωτάς (σταματώνω, βρέχω και τανύζω τα δέρματα) σε ξύλινες τάβλες (σταματούρα) και έκθεση στον ήλιο συρραμένων κομματιών) κ.α. μέχρι το τελικό προϊόν.

 

Όλα αυτά κατέστησαν τις γούνες της Καστοριάς περιζήτητες στην παγκόσμια αγορά και προσέδωσαν στην πόλη τη γνωστή της φήμη και την οικονομική, κατά καιρούς, ευεξία της. Το χαμηλό κόστος των χορδάδων, ο καταμερισμός της εργασίας, η εξιδίκευση με πρώτιστη του χρωματιστά κάνανε περιζήτητες τις γούνες τις Καστοριάς ως αληθινά κομψοτεχνήματα.

bottom of page